7/30/2007

Προέρχεται ο Δυισμός εκ δυ(ι-ει)σ μας;;;


Όπως αναφέρει ο Πλάτωνας (
Phaed. 82b10–11), ο Σωκράτης στις συνομιλίες που κάνει με τους μαθητές του, το διάστημα μεταξύ ετυμηγορίας και εκτέλεσης της ποινής του, ισχυρίζεται ότι η φιλοσοφία εξαγνίζει: ελευθερώνει την ψυχή και κυρίως την καθαρή ουσία της από την φυλακή του σώματος.

Aυτή η πλατωνική εικόνα της φιλοσοφίας, εμφανίζεται δυϊστική με δυό τουλάχιστον τρόπους: όχι μόνο διαχωρίζει την ψυχή από το σώμα, αλλά διαχωρίζει τον κόσμο των αισθήσεων από τον κόσμο του νου και τον κόσμο της συνείδησης.

Η εικόνα αυτή, συνοδεύεται από την πρακτική επιταγή του να αποστρέφεται κανείς, ως κακό, το σώμα και ότι παράγεται μέσα του: αισθήσεις, φαντασία, επιθυμίες και συναισθήματα. Αντίθετα η προσκόλληση στον έρωτα του καθαρού λόγου και τής συνείδησης παρέχει, σύμφωνα με την πλατωνική υπόσχεση, την παρηγοριά της θέωσης.

Όταν οι ακαδημαικοί συζητούν για δυϊσμό κατα κανόνα αναφέρονται σ’ έναν κοσμογονικού τύπο δυισμό: ως τον διαχωρισμό ανάμεσα σε δυό κοσμογονικές αρχές και συγκεκριμένα σ’ αυτή του καλού απο τη μιά, του κακού απο τήν άλλη.

Οταν, αντιθέτως, οι μοντέρνοι φιλόσοφοι αναφέρονται στον δυϊσμό, σχεδόν πάντα αναφέρονται στο δυϊσμό με τήν ψυχολογική του έννοια δηλ. : ως τόν διαχωρισμό στα δύο συστατικά της ανθρωπινότητας και συγκεκριμένα ανάμεσα στο σώμα και το νου.

Μελετώντας τις πηγές εμφάνισης κι ανάπτυξης αυτού του πλατωνικού δυϊσμού, βλέπει κανείς ότι θα έπρεπε ίσως νά του είχαμε παραχωρήσει μιά ξεχωριστή θέση στην ιστορία της φιλοσοφίας και τής θρησκείας . Κι αυτό γιατί μια συζήτηση για τους αρχαίους φιλοσόφους προϋποθέτει διαχωρισμούς και των δυο τύπων και κοσμογονικούς και ψυχολογικούς.

Για τους πυθαγόρειους (που ο Σωκράτης υιοθετεί, τρόπον τινά, παρά την μαθητεία του στους μονιστές Μιλήσιους και την μελέτη του, πιθανώς, στους Παρμενίδη και Ηράκλειτο), τον Πλάτωνα και τις διδασκαλίες που τους ακολούθησαν, αυτοί οι δυο τύπου διαχωρισμού, σχετίζονται στενά με ηθικούς κανόνες περί αγνότητας και θεωσης που ανιχνεύονται στην θρησκειολογία λαών της ανατολής. Ο κοσμολογικός δυισμός των πυθαγορείων π.χ. ανιχνεύεται στον ζωροαστρικό δυισμό. Την ίδια όμως στιγμή, η πυθαγόρεια εσχατολογία είναι εντελώς ξένη προς την περσική θρησκεία κι ο ψυχολογικος δυϊσμός της συνομιλεί στενά με την αντίληψη περί καθαρής σκέψης και θεωσης που βρίσκουμε στις πρώιμες μονιστικές ινδικές φιλοσοφικές αντιλήψεις, ώστε να δημιουργείται μιά νέα, ελληνική, σύνθεση ανάμεσα στον μονισμό και τον δυισμό.

Ετσι, όταν ο Πλάτων υιοθετεί τήν Πυθαγόρεια σύνθεση σαν κεντρικό πλαίσιο της φιλοσοφίας του, προϋποθέτει μια λογική ουσιοκρατικής καθαρότητας της σκέψης που έχει κληρονομηθεί απο την ανατολή. Την ουσιοκρατική αυτή καθαρότητα ως τελολογία του πολιτικού συστηματοποιεί αργότερα, στη δυιστική της μορφή, ο Αριστοτέλης στην θεωρία των ζευγών του.

Παρότι λοιπόν, η πλατωνική φιλοσοφία μοιάζει μονιστική, στην πραγματικότητα αποτελεί μιά ευγενή ισορροπία ανάμεσα σε δυϊσμούς διαφορετικής μορφής.Κι αυτή ακριβώς η ακροβασία της, είναι που κάνει για πολλούς τήν ηθική της κανοναρχία οχι απλά ελκυστική αλλά σχεδόν ακαταμάχητη.

7/25/2007

ΣΥΡΤΟ TOY ANEMOY

Πήρα τα ποιήματά του και

τα ‘κανα παντιέρα.

Ρούχο τα φόρεσα κι

έπιασα τους δρόμους .


Τώρα, σαν του βαστάει ,

ας έρθει να μου γυρέψει το λόγο.



7/21/2007

Dream avec Duchamp



7/18/2007

dream sans Duchamp

7/17/2007

Πόσο άλλο πια να ζήσει; Εε, πήγε και πέθανε !

Ξεχασμένα καθώς βιώνα, μου είχε διαφύγει. Παρέλειψα λοιπόν να τον ανταμώσω . Κι αυτόν. Κι εκείνος πήγε και πέθανε! Είναι που δεν σε ρωτάει ο θάνατος αν έχεις καμιά εκκρεμότητα, καμιά επίσκεψη, τίποτα γνωριμίες αγνώριστες, τίποτα γραφτά άγραφτα και περνάει όποτε του καπνίσει. Άνευ ραντεβού και τιμής άνευ. Έτσι σκέτα. Άφιλτρα. Καπνίζει κι .. αυτό είναι. Αντίο σας και χαιρετίσματα.

Είχε δεκαεπτά χρόνια τώρα πεθαμένος. Δεκαεπτά χρόνια! Μια εφηβεία μαζί με τα κεράσια της, όχι αστεία. Ο Άρης είχε γεννηθεί το ΄22. Ότι που είχε πατήσει η μάνα του στεριά στη Μυτιλήνη. Το μωρουδίστικο δέρμα του όταν γεννήθηκε μύριζε καπνιά. Σαν να ‘χε κολυμπήσει όλη την καταστροφή μές το αμνιακό του υγρό, έτσι που μεγαλώνοντας ήταν σχεδόν μοιραίο, αυτός που δεν πίστευε σε μοίρες, να καταλήξει τέτοιο σόϊ γιατρός στην Ελβετία.

Εγώ τον ξέχασα καμιά δεκαετία προτού πεθάνει κι όταν τον θυμήθηκα, όπως σου έλεγα, από την σάρκα του είχαν μείνει μοναχά μερικές σελίδες ποιήματα , κάτι ιστορίες, κάποιες μελέτες και τα λοιπά. Ώστε τίποτα δεν ξορκίσαμε παρέα. Ούτε ζωή, ούτε και θάνατο.

7/14/2007

Την πρώτη πενταετία του εικοστού αιώνα, δύο ήσαν τα σημαντικά γεγονότα στην πρωτεύουσα. Το ένα, όχι πώς τ’ άλλο είχε μικρότερη σημασία μα... με νοιάζει λιγότερο, ήταν η επίσκεψη του Νορβηγού.
Ή ομάδα του Mánes! Αυτοί κι η φυλλάδα τους, η «Volne smery» τα είχαν κανονίσει. Από το που θα εκτεθούν τα έργα, μέχρι το πού θα πιουν την μαύρη μπύρα.
Κανείς δεν το περίμενε και πιο πολύ ο νορβηγος ο ίδιος, πως αυτή του η επίσκεψη θα σημάδευε την καλλιτεχνική τροχιά της χώρας, τουλάχιστον για το πρώτο μισό του αιώνα που μόλις είχε ανατείλει!

Πριν καλά-καλά τελειώσει ή έκθεση, δυό απ' τις ομάδες που θα καθόριζαν το μέλλον είχαν σχεδόν δημιουργηθεί : οι «οκτώ» με τον Emil Filla κι η τριάδα των σουρεαλιστών των Nezval, Styrsky & Τoyen . Ο ποιητικός κυβισμός κι ο αρτιφισιαλισμός είχαν ήδη βρει τους πρώτους τους εκφραστές.

M αρέσει νά κοιτάζω αυτά τά δύο έργα παρέα : Τό κορίτσι του Munch και τόν αναγνώστη του Filla: Δεν ξέρω άν «Η επόμενη μέρα» του κοριτσιού, ήταν ανάμεσα στά έργα που είδε ό Filla το 1905, μά καθόλου δεν αποκλείεται νομίζω. Ο ίδιος πάντως, ζωγραφίζει τον «Αναγνώστη του Ντοστογιέφσκι» επηρεασμένος απ' το γεγονός και κάνοντας, με τον τρόπο του, χρήση του τρόπου του νορβηγού: δανείζεται τον λυρισμό του χρώματος μα για να πάει πέρα απ’ τον λυρισμό. Το δυναμισμό τής τεχνικής μα για να πάει πέρα κι απ' τον δυναμισμό. Κάνει χρήση της φόρμας μα για να της επιτρέψει να διαραγεί απ' την ουσία, την αγωνία μιας γενιάς πέρα από τους περιορισμούς τής συγκυρίας.



7/08/2007


(Κρήτη 1863)

«Aλλ’ήδη εισέρχοντο είς το χωριό και ο Θωμάς εστράφη κ’εφώναξε πρός τόν Σαϊτονικολήν:

-Ακούς σύντεκνε Νικολή, είντα διαλαλούνε;

Ο Σαϊτονικολής επρόσεξε και ήκουσε την φωνάρα του Παπαδομάρκου, όστις από υψηλόν δώμα διεκύρρητε τά εξής:

«Μωρέ παιδιά! Όλοι Τούρκοι και Ρωμηοί να το κατέχετε πως το Σάββατο θα καθαριστούνε τά χαντάκια απού το Μαυρικό ώς την Ποταμίσσα , κι όποιος δεν πάει γ΄ή δεν πέψη αργάτη θα πλερώνη πρόστιμο!».

Κατ’έτος η κατά διετίαν ο Μουδίρης, συνενούμενος με τούς προεστούς, διέτασσε κ΄εκαθαρίζοντο δι’αγγαρείας των παροχθίων ιδιοκτητών οι χάνδακες τών λειβαδιών, διά να μη αναπτύσσωνται ελώδη μιάσματα απο τήν συσσώρευση τής λάσπης, ήτις εδυσκόλευε την ροήν τών υδάτων.

Ο Θωμάς είχε σταματήσει πρό του τελευταίου νερόμυλου και επότιζε τον όνο του, ενώ ο Παπαδόμαρκος επαναλάμβανε τρίτην και τελευταίαν φοράν τό διαλάλημα. Εκεί είχον σταματήσει και άλλοι χωρικοί και ομίλουν περι της διαταγής, εντείνοντεςτην φωνήνδια να μη χάνεται είς την βοήν τού μύλου. Όλοι οι υπόχρεοι εις αγγαρείαν εγόγγυζον, διότι ό μέν ένας είχε τό Σάββατον εργασίαν μη επιδεχομένην αναβολήν, ό δέ άλλος έκρινε άδικον νά έχουν όλοι ίσην υποχρέωσιν, εν ώ αί ιδιοκτησίαι ήσαν άνισοι .»

Από τόν «Πατούχα» του Ιωάννη Κονδυλάκη, Αθήνα 1892

***

Χρόνια τώρα, θές γιατί έτσι θές γιατί αλλιώς, το απέφευγε. Με κάτι διφορούμενες δικαιολογιούλες και τεχνάσματα όλο και την ματαίωνε τήν απόκτησή του. Μέ κάτι ψευτοδικαιολογιούλες και τεχνάσματα, όλοι σχεδόν οι γνωστοί κι οι φίλοι τό είχαν βάλει σιγά-σιγά στα σπίτια τους. Συναινούντες και συνένοχοι. Πλήν εκείνης. Που τό ανέβαλλε. Είχε, όμως, φέρει δυό μπουγαρινιές. Και φύτεψε και δυό μέντες στο περβάζι, στη γλάστρα. Πήρε και δυό λουϊζες για το βεραντάκι.

Όμως φέτος τήν είχαν στριμώξει .

-Θα σού πάρουμε εμείς ένα..., της είπαν, δώρο! Δεν θά ξοδέψεις δεκάρα, να μη στεναχωριέσαι. Και δύο θα σου πάρουμε, αν θές, μάλιστα. Δεν γίνεται να ζεις έτσι αφύσικα... Εξάλλου, μήπως και τό δικό σου θα κάνει τη ζημιά; Μ’ ένα δεν σώζεται η κατάσταση, σώζεται; Εσυ που πάς και στις διαδηλώσεις γιά το περιβάλλον, όταν γυρίζεις απο τους δρόμους λίγη δροσιά, όσο νά ναι, την χρειάζεσαι για νά μην πάθεις άσθμα... Όσο νά ΄ναι....

Τζάμπα αντέτασσε πώς στο σπίτι μας, πρώτα, δοκιμάζεται -και σκληρότερα απο πουθενά- κάθε πίστη, κάθε αγάπη, κάθε φροντίδα. Τήν είχαν στριμώξει γιά τα καλά αυτή τή φορά. Ηταν βλέπεις, θέμα κανονικότητας πλέον, δηλαδή θέμα «φύσης».

Δεν θά την γλύτωνε. Ζήτημα χρόνου ήταν να το βάλει στο σπίτι το κλιματιστικό.

7/03/2007

Απο πού πάνε γιά Παπάγου;