12/20/2008

Καμιά φορά τα προγράμματα των θεατρικών παραστάσεων είναι καλύτερα κι από τις παραστάσεις τις ίδιες. Αν και δεν είμαι συλλέκτρια προγραμμάτων τα προσέχω. Ιδίως αν εκτός από απλές πληροφορίες, έχουν προτάσεις για συλλογισμό η συζήτηση. Θυμάμαι ακόμα το εξαιρετικό πρόγραμμα των "Βακχών" του Ευριπίδη που ειχε ανεβεί προ 5ετίας περίπου σε σκηνοθεσία Χατζάκη στην Επίδαυρο που ήταν από μόνο του μια πραγματεία γύρω από την έννοια του τραγικού και της ιερής βακχείας.
Τό κείμενο της Μαίρης, για τον ερασιτέχνη ηθοποιό, το βρήκα γραμμένο στο πρόγραμμα μιας τοπικής ερασιτεχνικής παράστασης. Μ' άρεσε τόσο που το ανεβάζω σαν μελομακάρονο τσέπης για όσους ταξιδεύουν ....δύσκολες μέρες που είναι....

Ο ερασιτέχνης

Έφευγε κάποτε σιάζοντας το ημίψηλό του και πάνω του στροβιλιζόταν η έγνοια της σοβαρής του ενασχόλησης. Με γρήγορο βάδην διέσχιζε το νεόδμητο άστυ και να τον στο σύλλογο, στη λέσχη ή στην εταιρεία, νεοκλασικό έμβλημα της σχέσης του με την ά-τοπη χώρα, των μουσών το θεραπευτήριο.

Κι αργότερα έφευγε, η Ελλάδα αναστέναζε, στις προκυμαίες έτρεμαν οι πρόσφυγες, στις πόλεις τα πρώτα εργοστάσια, δύσκολο ν’ απολαύσει άνθρωπος δειλινό… Μα αυτός με γρήγορο βάδην διέσχιζε το πένθιμο άστυ. Κάτι θα πει, βρε αδελφέ, μια κουβέντα με τα παιδιά της μαντολινάτας γι’ αυτόν τον Ντεμπυσύ ή για το Σουηδό που χαλά κόσμο στην Ευρώπη –Στρίντμπεργκ κάπως έτσι- κάτι φτάνει πάντα και σ’ αυτήν την Ελλαδίτσα.

Κι ύστερα έφευγε ακόμη, στο ακόνι της νύχτας η ζωή, πιο μαύρη από την κατοχή, άγριο αλφαβητάρι για παιδιά και μεγάλους. Μετά τον εμφύλιο, απλά άδειασε η χώρα. Ναι, πάλι εκεί θα πάει, προσπάθησε χθες με το ρόλο, πάντως το ρεπερτόριο πρέπει ν’ ανανεωθεί, Τέχνη και Ζωή, ιδού το δίλημμα, πόσο «μαύρο» αντέχει το κοινό; Αλλά κι αυτός, άνεργος, πέντε μήνες τώρα. Τι τα θες, «ουκ επ’ άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος». Μέχρι να καταλαγιάσουν οι σκέψεις, έφτασε. Πρώτος, ευτυχώς έχει τα κλειδιά του υπογείου, θ’ ανάψει και την ξυλόσομπα.

Έφευγε κι όταν ο Χατζιδάκις έφτιαχνε έναν καθρέφτη να δούμε την ομορφιά μας κι όταν το ρεμπέτικο απενοχοποιούσε τον καημό κι όταν ο Ελύτης σήκωνε τις τύψεις μας στον ουρανό κι όταν το ροκ κατέβαινε στους δρόμους των ανήσυχων άστεων και τα Πανεπιστήμια ριγούσαν. Έφευγε όταν ο Κουν τιθάσευε τα καλλιτεχνικά ρεύματα και ένα «γελαστό παιδί» χανόταν κάθε βράδυ στις ψυχές μας.

Ακόμη φεύγει. Στην Αθήνα, στη Λάρισα, στην Πάτρα, στο Βόλο, στα νησιά, στα Τρίκαλα… Φεύγει με τα επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα και με όλους τους δείκτες στο κόκκινο: χρηματιστήριο, βομβαρδισμοί, η νέα Ευρώπη, ο υπερατλαντικός κίνδυνος, τα νέα μοντέλα οικογένειας, κρίση στις διαφυλικές σχέσεις, πού «να βρω την ψυχή μου», μύθος και το «ελληνικό καλοκαίρι»... Με γρήγορο βάδην διασχίζει το κατακερματισμένο άστυ. Θα κάνει τη γνωστή διαδρομή, χωρίς παραλλαγές, χωρίς λοξοδρομήσεις.

Και ίσως αυτό να είναι και το πιο βαθύ χαρακτηριστικό του: Το ότι –το δίχως άλλο- θα πάει στην ομάδα του απόψε. Έχει θέατρο!

Μαίρη Σιδηρά