9/01/2007


Γυρίζω σπίτι και βρίσκω στάχτες. Στάχτες παντού . Χωμένες ως τό κοίλο του λουτήρα. Σαν μάτια που ξεχνούν ν’ αγαπούν. Η στάχτη, είπε, είναι αυτό πού απομένει απ’ ότι άλλοτε έλαμπε ζωντανό και χυμώδες . Πώς ήρθαν; Πόσο μακριά ταξιδεύει ο άνεμος; Τι μπορεί νά κάνει κανείς την στάχτη; Τι να ξεπλύνει μ αυτή;

Δε πάω να πενθήσω με τά μαύρα . Εχω πιει τη θάλασσα. Ακόμα και στα νεκροταφεία φυτεύουν. Τί να κάνω πιά στίς πλατείες ; Μαυρίσαν οι φωνές . Σαν καρακάξες κρεμούν τ’ αχρηστεμένα τους φτερά έξω απ' τα δημόσια τσιμέντα. Σαν κουρούνες μαζεύουν γυαλιστερά πετραδάκια ξεγελώντας την πείνα.

Δε πάω να πενθήσω με τά μαύρα Εχω πιει τη θάλασσα . Εχω βουτήξει τα πόδια στο σταφύλι. Εχω μεθύσει στό κλάμμα. Δεν πάω να μαυροφορέσω στις πλατείες. Θα φορέσω τ’ άσπρα. Και θά μαζέψω τίς στάχτες. Προσεχτικά. Σ’ αγγείο γεωμετρικό. Και πλάι του μυρωδικά : δίκταμο, αλιφασκιά, βάλσαμο και θυμάρι, Και πανω του φωτογραφίες που χαμογελούν χωριά . Εικονοστάσι τέτοιο κι αφιερωμα στον «πρό αιώνων» τόπο.


2 comments:

IdentityCafe said...

Σταχτες εσυ, "Σταχτες" του Marai εγω... υποσυνειδητα κι ολας, δεν σκεφτηκα καν τις φωτιες...

ΥΓ η φωτο δεν ειναι απο το The Fountain τou Aronofsky? (μου αρεσε παρα πολυ παρα τις κριτικες)

Anonymous said...

Κι εγω πρό ημερών σκεφτόμουν να εψαχνα αν υπάρχουν μεταφρασεις του Μπολάνιο κι ειδα οτι ειχες σχετικό ποστ. Η φωτό είναι απο ταινλία του ταρκόφσκι μάλλον το σολάρις δεν θυμαμαι πιά ....