12/22/2007

Άϊρα και Κάϊρα

έτσι έλεγαν οι γιαγιάδες μου, «Άϊρα και Κάϊρα»!

Κι οι γιαγιάδες μου, δεν ήσαν όποιες κι όποιες.

Ήσαν η πρωτογενής μου οικογένεια! Πρόσωπα δεσπόζουσας θέσης στην καρδιά, από εκείνα που είτ’ ενδυναμώνουν είτε ξεστρατίζουν τη ζωή σου η και τά δυό μαζί. Αγαπώσες, παρούσες, μόνες κι αυτάρκεις.
Μεγάλη ιστορία οι γιαγιάδες μα άλλο είναι τό θέμα μου.
«Άϊρα και Κάϊρα» λοιπόν, αποκαλούσαν τους «παντού τόπους»! τους τόπους δηλ. απ’ όπου επιστρέφουν εκείνοι που γυρίζουν σάν σβούρες την σβούρα απ’ άκρη σ’ άκρη. Τους τόπους που πάς όταν χάνεσαι. Όχι τους τόπους που επιστρέφεις, αλλά τους τόπους που χάνεσαι....
«Που ήσουν Όλυφ άϊρα και κάϊρα;»
(«και γιατί γύρισες ;» όπως θα πρόσθετε ό Τ.Λ. ανακρίνοντας τήν μνήμη γλυκά).

Κάπως έτσι, το Κάϊρο γράφτηκε σάν ο τόπος που οπωσδήποτε θα ήταν μακρινός κι άπροσδιόριστος ακόμη κι αν επρόκειτο για την διπλανή πόλη. Και τέτοιος, παραδόξως, γινόταν ακόμη περισσότερο όσο πιό πολλά μάθαινα γι’ αυτόν, όσο περισσότερα συγκέντρωνα σε λέξεις, γεύσεις, μυρωδιές, εικόνες, στίχους και κυρίως ήχους.

Ποτέ μου δεν σκέφτηκα τό Κάϊρο σαν τόπο επιστροφής, ούτε όμως σάν πέρασμα.

«Μια πόλη γίνεται ένας κόσμος όταν αγαπάει κανείς κάποιον απ τους κατοίκους της» , λέει ο Ντάρρελ.

Για κάποιο λόγο τό Κάϊρο ήταν για μένα ένας τόπος δέντρο που θα βρισκόταν σταθερά πάντα εκεί για να σου θυμίζει πως πιό κάτω είναι οι φοινικιές κι η Αλεξάνδρεια. Η Αλεξάνδρεια, πόλη που νοσταλγούσα απο παιδί χωρίς να έχω συναντήσει κανέναν της κάτοικο εκτός απο στίχους του βέβαια.

Και να τώρα, χάρη στο ξεφυλλισμα του αγαπημένου μου «Αλεξανδρινού Κουαρτέτου» του Ντάρρελ που τέτοια μέρα γιορτής μου δώρισε η Κ., του Νείλου τ’ αμμοχώραφα κι όχι μονάχα η Αλεξάνδρεια μοιάζουν περισσότερο με τόπο της επιστροφής φέροντας και τό Κάϊρο-δέντρο πιό κοντά. Διαβάζω ξανά:

«Πλατεία Ζαγλούλ-ασημικά περιστέρια στο κλουβί. Ένα θολωτό υπόγειο με μιά σειρά μαύρα βαρέλια, πνιγμένο στον καπνό απο τις τηγανιτές μαρίδες και την μυρωδιά του ρετσινάτου. Ένα μύνημα ορνιθοσκαλισμένο στο περιθώριο μιάς εφημερίδας. Εδώ έχυσα κρασί στο μαντώ της κ ενώ την βοηθούσα να επανορθώσει τη ζημιά άγγιξα τυχαία τά στήθια της. Δεν ανταλλάξαμε ούτε λέξη. Στο μεταξύ ο Περσγουόρντεν μιλούσε τόσο ωραία για τήν Αλεξάνδρεια και την πυρκαγιά τής βιβλιοθήκης της. Στο δωμάτιο από πάνω ένα κακομοίρικο παιδί στριγγλίζει απο μηνιγγίτιδα....»

Λώρενς Ντάρρελ , Αλεξανδρινό Κουαρτέτο , Ιουστίνη, μετφ Αιμίλιος Χουρμούζιος

Αργότερα βέβαια, μιά ξεχωριστή Πρωτοχρονιά άκουσα στην Αθήνα την Οm Kalsoum...


1 comment:

Olyf said...

οκ μπαρμπα τρέχω γιά τά μπιλιούνια! απο βδομάδα όμως γιατί εχω νά ανοιξω φύλο τώρα κοντά ενταξει;